- καιάδας
- Βάραθρο που βρισκόταν κοντά στην αρχαία Σπάρτη. Σε αυτό έριχναν τα πτώματα των καταδικασμένων σε θάνατο κακούργων και τους αιχμαλώτους πολέμου. Ορισμένοι τον ταυτίζουν με τους Αποθέτας, όπου οι Σπαρτιάτες πετούσαν τα ανάπηρα ή καχεκτικά βρέφη. Η ακριβής τοποθεσία του Κ. είναι άγνωστη, αλλά εικάζεται ότι βρισκόταν σε ένα από τα φαράγγια του Ταϋγέτου. Εκεί έριξαν με άλλους 50 Μεσσηνίους τον ήρωα του Β’ Μεσσηνιακού πολέμου, Αριστομένη. Εκείνος όμως, σύμφωνα με την παράδοση, συγκρατήθηκε από τα φτερά ενός αετού και βγήκε από το φαράγγι, μέσα από μια τρύπα, κρατώντας την ουρά μιας αλεπούς. Στον Κ. γκρέμισαν και τον νεκρό βασιλιά της Σπάρτης Παυσανία, που είχε καταδικαστεί για προδοσία.
* * *καιάδας, -ου και δωρ. γεν. -α, και καιάτας και καιέτας και καιετός και κεάδας, ὁ (Α)1. ονομασία βαράθρου κοντά στην αρχαία Σπάρτη, στο οποίο οι Σπαρτιάτες έριχναν τους κακούργους που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο ή τα πτώματά τους ή τους αιχμαλώτους πολέμου2. (κατά τον Στράβ.) «τὸ δεσμωτήριον τὸ παρὰ Λακεδαιμονίοις σπήλαιόν τι»3. (γενικά) ρήγμα, ρωγμή, σχισμάδα τής γης.[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η γλώσσα τού Ησύχ. καίατα «ορύγματα, ρωγμές από σεισμό» (< *καίFατα, εν. *καίFαρ) αντιστοιχεί επακριβώς στον βεδ. τ. kevata «τάφρος» και θα μπορούσε να αναχθεί σε ΙΕ τ. *kaiwro-t-. Από τη ρίζα αυτή ο τ. καιετός θα πρέπει να σχηματίστηκε κατά τα οχετός, (σ)καπετός, ενώ το καιάδας είναι μάλλον νεολογισμός τής Λακωνικής, στην οποία η κατάλ. -δᾱς χρησιμοποιήθηκε και σε μη πατρωνυμικά (πρβλ. τις γλώσσες τού Ησύχ. γαιάδαςὁ δῆμος ὑπὸ Λακώνων, γαυσάδαςψευδής κ.ά.)].
Dictionary of Greek. 2013.